- αεροχείμαρρος
- Οριζόντιο ρεύμα αέρα που χαρακτηρίζεται από ισχυρούς ανέμους, των οποίων η ένταση μεταβάλλεται συνεχώς και σε σχετικά μικρές αποστάσεις. Η ένταση και η συνεχής μεταβολή των ανέμων προκαλούν στροβιλοειδή ροή του αέρα και αναταράξεις στα αεροπλάνα που βρίσκονται στο περιβάλλον του α. Η μελέτη του α. εξυπηρετεί την άνετη και ασφαλή πτήση των αεροπλάνων.
* * *ο(Μετεωρ.) σωληνόμορφο ρεύμα ισχυρότατων δυτικών ανέμων τής ανώτερης ατμόσφαιρας, που εκδηλώνεται κυρίως πάνω από τις περιοχές τών μέσων γεωγραφικών πλατών και τών δύο ημισφαιρίων και περιβάλλει ορισμένες φορές μαιανδρικά (γι' αυτό χρησιμοποιήθηκε και η ονομασία αερομαίανδρος) ολόκληρη σχεδόν την υδρόγειο.
Dictionary of Greek. 2013.